Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον στην παιδική ηλικία, είναι πως το παιδί που εκφράζει ένα σύμπτωμα το οποίο ανησυχεί την οικογένεια, όπως για παράδειγμα μια αντιδραστική ή επιθετική συμπεριφορά, μια συμπεριφορά προσκόλλησης, φοβίες, σχολική άρνηση, γλωσσική άρνηση, ψυχαναγκασμούς, νυχτερινή ενούρηση, γίνεται συχνά εκείνο που εκδηλώνει μια δυσκολία της οικογένειας και ενδεχομένως αντιδρά στο περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνει και κινείται.
Για τον λόγο αυτό στο γραφείο συναντάμε πρώτα τους γονείς, λαμβάνουμε ένα αναλυτικό, πλήρες ιστορικό ανάπτυξης του παιδιού ενώ παράλληλα συλλέγουμε στοιχεία για το ατομικό προφίλ κάθε γονέα αλλά και για την μεταξύ τους σχέση και αλληλεπίδραση. Ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε περιστατικού, ξεκινάμε θεραπεία με τους γονείς, χωρίς να μπαίνει το παιδί σε θεραπεία ή ξεκινάμε θεραπεία με τους γονείς και παράλληλα με το παιδί, ώστε να δουλεύεται αποτελεσματικά όλο το σύστημα της οικογένειας. Η οικογένεια είναι ένας «ζωντανός οργανισμός» και καθώς ο κάθε ένας μετακινείται σε μια περισσότερο υγιή θέση συμπεριφοράς, βλέπουμε να αλλάζει όλο το πλαίσιο. Στις συνεδρίες με τους γονείς επενδύουμε σημαντικά στην ενδυνάμωση τους και στα εργαλεία διαχείρισης που θα κουβαλούν πάντοτε στην γονεϊκή τους εργαλειοθήκη, νιώθοντας ανθεκτικοί και δυνατοί στο μονοπάτι της γονεϊκότητας.
Στις συνεδρίες που πραγματοποιούμε με το παιδί, όπως και σε κάθε άλλο θεραπευτικό πλαίσιο, επενδύουμε σημαντικά στη σχέση που χτίζεται ανάμεσα στον θεραπευτή και το παιδί.
Τα παιδιά χρειάζονται συναισθηματική εμπλοκή, σύνδεση, αλήθεια κι ένα ασφαλές πλαίσιο άνευ όρων αποδοχής και εμπιστοσύνης για να νιώσουν συναισθηματική ασφάλεια. Σκοπός της θεραπείας είναι να μπορέσουν να αναγνωρίσουν, να μοιραστούν, να διαχειριστούν τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους, να καλλιεργήσουν τα ψυχικά αποθέματα και τις ικανότητές τους και να βελτιώσουν τις επικοινωνιακές τους δεξιότητες και τις σχέσεις τους με τους άλλους.
Παράλληλα, στην ψυχοθεραπεία παιδιού προτείνεται οι συνεδρίες να γίνονται σε εβδομαδιαία βάση, καθώς τα παιδιά είναι επικεντρωμένα στο παρόν, έχουν βραχυπρόθεσμη αντίληψη του χρόνου και δεν μπορούν να διατηρήσουν το βίωμα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Κύρια εργαλεία του θεραπευτή που δουλεύει με παιδιά είναι ο λόγος, το παιχνίδι, η αφήγηση ιστοριών, η δραματοποίηση (play roles) και η χρήση εικαστικών τεχνικών (πχ. ζωγραφική), ανάλογα με την αναπτυξιακή φάση, την μοναδική ιδιοσυγκρασία και τις ξεχωριστές ανάγκες του κάθε παιδιού και της οικογένειάς του.
Τα εργαλεία αυτά βοηθούν το παιδί να χαλαρώσει, να νιώσει άνετα στον χώρο, να συνδεθεί με τον θεραπευτή και να φέρει στην επιφάνεια όσα το απασχολούν, προβάλλοντας τα μέσα από το παιχνίδι (ελεύθερο και κατευθυντικό), συζητώντας για αυτά, παίζοντας ρόλους, μπαίνοντας στη θέση άλλων προσώπων ή ηρώων παραμυθιών και κατασκευάζοντας ιστορίες.
Πολλές φορές, οι εικαστικές τεχνικές και το παιχνίδι μας αποκαλύπτουν όσα τα λόγια δεν μπορούν, τον ψυχικό κόσμο του παιδιού, τα βαθύτερα συναισθήματα και τις σκέψεις του.
Μέσω της θεραπείας, ο θεραπευτής συμπορεύεται με το παιδί σε ένα ταξίδι αυτοέκφρασης και εξερεύνησης του εαυτού και του κόσμου, με εργαλεία και τεχνικές που του είναι οικεία και απολαυστικά, χωρίς αίσθημα φόβου ή απειλής. Στο τέλος αυτού του ταξιδιού, το παιδί θα αισθάνεται αυτοεκτίμηση, ανθεκτικότητα να διαχειριστεί τις προκλήσεις της δικής του καθημερινότητας ενώ θα έχει αποκτήσει πολύτιμα εργαλεία επικοινωνίας και διαχείρισης συναισθημάτων εντός του συστήματος της οικογένειας αλλά και στις σχέσεις του στα υπόλοιπα συστήματα της ζωής του.