Ο τραυλισμός επηρεάζει πολλές πτυχές της καθημερινής ζωής. Μπορεί να δυσκολέψει την επικοινωνία με άλλους ανθρώπους, κάτι που συχνά επηρεάζει την ποιότητα ζωής και τις διαπροσωπικές σχέσεις ενός ατόμου. Επίσης, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις εργασιακές επιδόσεις και τις επαγγελματικές ευκαιρίες. Οι περισσότεροι άνθρωποι εκφράζουν τις γνώσεις τους, τις σκέψεις και τις και τις πεποιθήσεις τους μέσω της λεκτικής επικοινωνίας. Πολλοί άνθρωποι που τραυλίζουν νιώθουν απογοήτευση, θυμό, αμηχανία, αμφιβολία για τον εαυτό τους και μερικές φορές ακόμη και ντροπή που σχετίζεται με τον τραυλισμό τους. Στο σχολείο τα παιδιά μπορεί να αισθάνονται θυμό και αμηχανία όταν καλούνται στην τάξη να διαβάσουν δυνατά ή να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήσεις. Ενήλικες που βασίζονται σε δεξιότητες αποτελεσματικής επικοινωνίας στην εργασία τους συχνά βρίσκουν εμπόδιο τον τραυλισμό.
Σύμφωνα με την Δέκατη Αναθεώρηση της Διεθνούς Ταξινόμησης των Νόσων και Συναφών Προβλημάτων Υγείας (ICD-10) ο τραυλισμός είναι μια αναπτυξιακή διαταραχή του λόγου που χαρακτηρίζεται από επαναλήψεις ήχων, συλλαβών, λέξεων, από παράταση στους ήχους, από δισταγμούς ή/και παύσεις που διαταράσσουν τον ρυθμό του λόγου. Το διαγνωστικό DSM-5 περιλαμβάνει στον ορισμό και τις επιδράσεις του τραυλισμού στην κοινωνική επικοινωνία, καθώς και σε βασικούς τομείς της λειτουργικότητας (προσωπικό, οικογενειακό, επαγγελματικό, εκκπαιδευτικό).
Ο εξελικτικός τραυλισμός εμφανίζεται κατά την προσχολική ηλικία, συνήθως μεταξύ των ηλικιών των 2 και 4. Τα συνήθη σημάδια είναι η επανάληψη συλλαβών (πχ μι-μι-μιλάω), η επιμήκυνση φθόγγων (πχ θθθθθθέλω) ή και τα γνωστά κολλήματα (τ/τ/τ/τώρα). Συμπεριφορικά οι παραπάνω λεκτικές εκφράσεις συνοδεύονται συνήθως από μυϊκές συσπάσεις στόματος, προσώπου ή ματιών (συνήθως ανοιγοκλείσιμο).
Ο τραυλισμός μπορεί να είναι αρκετά μεταβλητός, ειδικά στην παιδική ηλικία. Μάλιστα, δεν είναι ασυνήθιστο κατά την προσχολική ηλικία να “εμφανίζεται και να εξαφανίζεται”. Ο τραυλισμός, τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες, μπορεί επίσης να διαφέρει ανάλογα με το πλαίσιο και την συνθήκη της ομιλίας, πχ γίνεται πιο έντονος όταν ένα άτομο βιάζεται ή βρίσκεται σε αγχωτική κατάσταση ομιλίας. Ένα ποσοστό των παιδιών που τραυλίζει κατακτά την φυσιολογική ροή του λόγου χωρίς παρέμβαση.
Οι ακριβείς μηχανισμοί που οδηγούν στην εμφάνιση του τραυλισμού παραμένουν άγνωστοι, ωστόσο είναι ευρέως αποδεκτό ότι ο τραυλισμός έχει πολυπαραγοντική αιτιολογία και κατηγοριοποιείται σε 2 τύπους: τον νευρογενή και τον εξελικτικό. Ο πρώτος μπορεί να προκύψει πχ μετά από ένα εγκεφαλικό, ένα τραύμα κεφαλής ή άλλο είδος εγκεφαλικής βλάβης. Ο εξελικτικός τραυλισμός εμφανίζεται συνήθως σε μικρά παιδιά όταν ακόμη μαθαίνουν την γλώσσα και τις γλωσσικές δεξιότητες, και σε αυτόν τον τύπο αναφερόμαστε συχνότερα. Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνισή του είναι: οργανικοί-γλωσσικοί (οργανική προδιάθεση του παιδιού να εμφανίσει τραυλισμό πχ οικογενειακό ιστορικό τραυλισμού) και ψυχολογικοί-περιβαλλοντικοί (πχ ευερέθιστα παιδιά με χαμηλή ανοχή στην ματαίωση, υπερβολική ευαισθησία κλπ). Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι ο τραυλισμός δεν είναι μια ψυχική διαταραχή αυτή καθαυτή και δεν “προκαλείται τραυλισμός” από τη νευρικότητα, το άγχος ή τον τρόπο ανατροφής των παιδιών.
Ο τραυλισμός συνήθως διαγιγνώσκεται από έναν λογοπαθολόγο, έναν επαγγελματία υγείας που είναι εκπαιδευμένος να εξετάζει και να θεραπεύει άτομα με διαταραχές φωνής, ομιλίας και γλώσσας. Ο λογοπαθολόγος θα εξετάσει διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των βασικών αναπτυξιακών οροσήμων βάσει του ατομικού ιστορικού (όπως πότε παρατηρήθηκε για πρώτη φορά ο τραυλισμός και υπό ποιες συνθήκες), την ανάλυση των συμπεριφορών τραυλισμού του παιδιού, μια αξιολόγηση των γλωσσικών ικανοτήτων του παιδιού και τον αντίκτυπο του τραυλισμού στη ζωή του/της.
Τα άτομα που τραυλίζουν δεν απολαμβάνουν τον τραυλισμό. Ως εκ τούτου, οι ομιλητές που τραυλίζουν συχνά αναπτύσσουν στρατηγικές αποφυγής. Αυτές οι στρατηγικές περιλαμβάνουν την αποφυγή “δύσκολων-προβληματικών” λέξεων, την αποφυγή αγχωτικών καταστάσεων ομιλίας, ή την αποφυγή συνομιλίας με άτομα με ιστορικό τραυλισμού. Παραδείγματα ιδιαίτερα αγχωτικής ομιλίας περιλαμβάνουν καταστάσεις όπου το άτομο χρειάζεται να συνομιλήσει στο τηλέφωνο, ιδιαίτερα όταν χρειάζεται να παρουσιάσει τον εαυτό του η να απευθυνθεί σε πρόσωπα εξουσίας. Για τα άτομα που τραυλίζουν οι ανωτέρω συμπεριφορές αποφυγής αποτελούν μια περιοριστική πτυχή της διαταραχής καθώς οδηγούν σε μειωμένη κοινωνική και επαγγελματική συμμετοχή. Με την πάροδο του χρόνου πιθανόν να έχουν αρνητικό συναισθηματικό αντίκτυπο για το άτομο όπως αισθήματα απώλειας ελέγχου, μειωμένη διάθεση και αυξημένο άγχος.
Επιπρόσθετα, εκτός από τις παρατηρήσιμες επικοινωνιακές προκλήσεις, για μερικούς, ο τραυλισμός μπορεί επίσης να οδηγήσει σε κοινωνικό άγχος ή κοινωνική φοβία. Η κοινωνική φοβία περιλαμβάνει έναν ακραίο και εξουθενωτικό φόβο ταπείνωσης, αμηχανίας και αρνητικής αξιολόγησης από άλλους. Ο τραυλισμός πολλές φορές συνυπάρχει με την κοινωνική φοβία και δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τις επικοινωνιακές δυνατότητες στις κοινωνικές, διαπροσωπικές και επαγγελματικές σχέσεις.
Υπάρχουν άμεσες και έμμεσες θεραπείες για τον τραυλισμό. Η έμμεση θεραπεία στοχεύει στην εργασία με τους γονείς χωρίς να απαιτεί από το παιδί να τροποποιήσει την ομιλία του, ενώ η άμεση στηρίζεται στην συνεργασία με το παιδί. Σε πρόσφατη βιβλιογραφική ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε (2022), η θεραπευτική παρέμβαση LP συγκεντρώνει τα περισσότερα ερευνητικά δεδομένα για την θεραπεία πρώιμου παιδικού τραυλισμού. Η παρέμβαση LP στοχεύει στην ευχέρεια της ομιλίας και απαιτεί καθημερινή αλληλεπίδραση και εφαρμογή τεχνικών από τον γονέα. Ομοίως και τα προγράμματα RESTART-DCM and Palin PCI απαιτούν ενεργή γονική εμπλοκή σε καθημερινή βάση και στοχεύουν, μέσω της ανάπτυξης στρατηγικών επικοινωνίας, να καταφέρει το παιδί να μειώσει την ταχύτητα του λόγου και να οργανώσει καλύτερα τον λόγο του, με έμμεσο αποτέλεσμα την ομιλία χωρίς τραυλισμό.
Αναφορικά με τον τραυλισμό στα παιδιά σχολικής ηλικίας παρατηρείται κενό στην βιβλιογραφία ίσως επειδή τα περισσότερα προγράμματα θεραπείας στοχεύουν στον πρώιμο παιδικό τραυλισμό ή στην εμμένουσα εικόνα του τραυλισμού στους ενήλικες. Η σχολική πραγματικότητα διαμορφώνεται ως εξής: το παιδί κάνει αρνητικές σκέψεις (θα με κοροϊδέψουν), εγείρονται συναισθήματα θυμού και απογοήτευσης, εμφανίζει μειωμένη σχολική επίδοση και συμπεριφορές αποφυγής (πχ δεν σηκώνει το χέρι στην τάξη γιατί φοβάται ότι θα κολλήσει και θα ρεζιλευτεί, με αποτέλεσμα ο δάσκαλος να νομίζει ότι δεν ξέρει το μάθημα). Για τα παιδιά σχολικής ηλικίας προτείνονται ομαδικά προγράμματα θεραπείας με σκοπό τα παιδιά να αποκτήσουν θετικές εμπειρίες σχετικά με τη συμμετοχή σε κοινωνικές καταστάσεις και τις περιστάσεις που απαιτείται λεκτική επικοινωνία, να αποδεχτούν τον τραυλισμό ως μέρος του εαυτού τους και να μάθουν να είναι ανοιχτοί σε αυτό, ώστε να αναπτυχθεί μια θετική στάση απέναντι στην ομιλία. Επιπλέον, η αντιμετώπιση του εκφοβισμού καθώς και η εξάλειψη κριτικής στάσης απέναντι στον τραυλισμό θα μπορούσαν να είναι επιμέρους στόχοι στη θεραπεία του τραυλισμού σε παιδιά σχολικής ηλικίας.
Αναφορικά με τους ενήλικες, η βιβλιογραφία υποστηρίζει την αποτελεσματικότητα ολιστικών θεραπευτικών παρεμβάσεων. Η εστίαση μόνο σε τεχνικές για την ευχέρεια ομιλίας δεν αρκεί για να αλλάξει την αντίληψη που έχει το άτομο που εμφανίζει τραυλισμό για τον εαυτό του ως ομιλιτή. Αναφορικά με την ενήλικη ομάδα το αποτελεσματικότερο θεραπευτικό σχήμα στοχεύει στην αντιμετώπιση ολόκληρης της συμπεριφοράς του τραυλισμού με εστίαση σε γνωσιακές-συμπεριφορικές και τεχνικές αναδιάρθρωσης λόγου. Τέλος είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψιν το υψηλό ποσοστό κοινωνικού άγχους για την διαμόρφωση εξατομικευμένου θεραπευτικού πλάνου.
Ο τραυλισμός είναι μία διαταραχή με υψηλή ανομοιογένεια. Ο τραυλισμός κάθε προσώπου που τραυλίζει είναι μοναδικός και οι διαφορετικές ηλικίες έχουν ανάγκη διαφορετικών θεραπειών. Η θεραπεία τραυλισμού θα πρέπει να απευθύνεται στη συνολική διαταραχή, δηλαδή στην λεκτική, ψυχολογική και λειτουργική διάστασή της.
Επιμέλεια άρθρου:
Φρόσω Φωτεινάκη
Ψυχολόγος & Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια
Συγγραφή άρθρου:
Ελπίδα Γκουτσέλη
Ψυχολόγος & Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Βιβλιογραφία
https://travlismos.gr/faq/travlismos-me-mia-matia/
- Smith KA, Iverach L, O’Brian S, Kefalianos E, Reilly S. Anxiety of children and adolescents who stutter: a review. J Fluency Disord. 2014 Jun;40:22-34. doi: 10.1016/j.jfludis.2014.01.003. Epub 2014 Feb 9. PMID: 24929464.
- Michael Blomgren (2013) Behavioral treatments for children and adults who stutter: a review, Psychology Research and Behavior Management, , 9-19, DOI: 10.2147/ PRBM.S31450
- Laiho A, Elovaara H, Kaisamatti K, Luhtalampi K, Talaskivi L, Pohja S, Routamo-Jaatela K, Vuorio E. Stuttering interventions for children, adolescents, and adults: a systematic review as a part of clinical guidelines. J Commun Disord. 2022 Sep-Oct;99:106242. doi: 10.1016/j.jcomdis.2022.106242. Epub 2022 Jun 16. PMID: 35751980.