Ορισμένοι άνθρωποι νιώθουν άγχος σε κοινωνικές καταστάσεις. Στο κοινωνικό άγχος μπορεί να είναι έντονη η ανησυχία για την πιθανή αρνητική κριτική. Εμφανίζονται σκέψεις όπως “είμαι βαρετός”, “θα γίνω ρεζίλι”, “οι άλλοι θα με κρίνουν”. Οι καταστάσεις στις οποίες μπορεί να εμφανιστεί είναι ποικίλες. Μπορεί κάποιος να νιώθει άγχος να εκτελέσει ένα έργο δημόσια (π.χ. να φάει, να γράψει), να ξεκινήσει και να διατηρήσει συζητήσεις, να πάει σε πάρτυ, να βγει ραντεβού, να γνωρίσει καινούρια άτομα. Η συχνότερη κατάσταση που εμφανίζεται το κοινωνικό άγχος αφορά την δημόσια ομιλία.
Σίγουρα, είναι σημαντικό για όλους να είναι αποδεκτοί και μπορεί οι καταστάσεις που προαναφέρθηκαν να πυροδοτούν άγχος σε πολλούς ανθρώπους. Η διαχωριστική γραμμή όμως ανάμεσα στο φυσιολογικό άγχος και την κοινωνική φοβία τοποθετείται ανάλογα με το αν το άτομο αποφεύγει αυτές τις καταστάσεις ή τις υπομένει με έντονο άγχος και πόσο το άγχος αυτό εμποδίζει το άτομο στην καθημερινότητά του.
Το κοινωνικό άγχος μπορεί να χωριστεί σε τρεις φάσεις: τη φάση πριν το συμβάν που αγχώνει το άτομο, τη φάση κατα τη διάρκεια του συμβάντος και τη φάση μετά το συμβάν. Στην φάση της αναμονής πριν το συμβάν, το άτομο εκτιμά ότι οι πιθανότητες να τον παρατηρήσουν οι γύρω του και να γελοιοποιηθεί είναι μεγάλες. Επίσης, θεωρεί ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε αυτό που χρειάζεται να κάνει και έχει στο μυαλό του υψηλά κριτήρια και απαιτήσεις που πιστεύει ότι έχουν οι άλλοι από εκείνον. Επιπλέον, μπορεί να θυμάται μόνο στιγμές που δεν είχε αποδώσει όπως θα ήθελε στο παρελθόν. Έπειτα, κατά τη διάρκεια του συμβάντος, μπορεί να πέσει κάποιος στην παγίδα της εστίασης της προσοχής στον εαυτό. Προσέχει δηλαδή πολύ το πως νιώθει, το πως συμπεριφέρεται και το πως μιλάει σε μια προσπάθεια να μη ρεζιλευτεί. Ωστόσο, με αυτόν τον τρόπο αποσπάται περισσότερο από αυτό που χρειάζεται να κάνει και κλείνει τα μάτια του σε δεδομένα στο εξωτερικό του περιβάλλον που πηγαίνουν κόντρα σε αυτά που πιστεύει. Τέλος, μετά το συμβάν, μπορεί να “παίζει” ξανά στο μυαλό του αυτό που έγινε και να εστιάζει σε όσα δεν πήγαν τόσο καλά, ή και να βλέπει ουδέτερα γεγονότα με αρνητικό τρόπο.
Αρχικά, είναι σημαντικό κάποιος να καταλάβει ότι οι γύρω μας μπορούν να δουν μόνο την συμπεριφορά μας. Επομένως, δεν μπορούν να καταλάβουν τι σωματικά συμπτώματα έχουμε, ούτε τι σκεφτόμαστε, όπως αντίστοιχα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εμείς τι σκέφτονται οι άλλοι. Έπειτα, το να αποφεύγει κάποιος τις καταστάσεις που τον αγχώνουν, μπορεί να μειώνει το άγχος του εκείνη την στιγμή, αλλά μακροπρόθεσμα το συντηρεί μαζί με τις πεποιθήσεις “είμαι βαρετός”, “δεν μπορώ να τα καταφέρω” κτλ. Επίσης, οι άνθρωποι είμαστε πιο δεκτικοί απέναντι σε κάποιον που έχει άγχος ή και σε μικροατυχήματα, σε σχέση με αυτό που νομίζει ένα άτομο με κοινωνική φοβία.
Ας αναρωτηθούμε και τα παρακάτω…
Τι σημαίνει για εμένα να μην είμαι αρεστός/ αρεστή σε κάποιον;
Γίνεται να είμαι αρεστός/ αρεστή σε όλους;
Εγώ τους συμπαθώ όλους; αυτό σημαίνει ότι όσοι δεν συμπαθώ, δεν είναι συμπαθητικοί από κανέναν;
Υπάρχουν ενδείξεις ότι είμαι αρεστός και δεν είμαι βαρετός;
Αν είμαι βαρετός για κάποιον και δεν είμαι για κάποιον άλλον, ποιος από τους δύο έχει δίκιο;
Αν δεν είμαι αρεστός σε κάποιον ή αν κάποιος με βρίσκει βαρετό, αυτό σημαίνει ότι δεν είμαι αρεστός και είμαι βαρετός;
Και τελικά, όσα πιστεύουν οι άλλοι για εμένα αποτελούν δικό μου πρόβλημα;
Βιβλιογραφία:
- Clark, D. A., & Beck, A. T. (2011). Cognitive therapy of anxiety disorders: Science and practice. Guilford Press. 332- 381.
- Hofmann, S. G., & Otto, M. W. (2008). Cognitive behavioral therapy for social anxiety disorder: Evidence-based and disorder-specific treatment techniques. Routled