Η ικανότητα των παιδιών να ρυθμίζουν αποτελεσματικά τα συναισθήματά τους είναι μια αναπτυξιακή δεξιότητα απαραίτηση για την διατήρηση επιτυχημένων σχέσεων με τους συνομηλίκους και την οικογένεια, την ακαδημαϊκή τους επιτυχία και την ψυχική τους υγεία εν γένει. Μια από τις πιο επιδραστικές δυνάμεις στην ανάπτυξη της συναισθηματικής ρύθμισης στα παιδιά είναι οι ίδιοι οι γονείς. Σύμφωνα με το μοντέλο του Morris και συν. (2007) οι γονείς επηρεάζουν την δυνατότητα των παιδιών για συναισθηματική ρύθμιση μέσω 3 μηχανισμών: 1) μέσω της παρατήρησης από τα παιδιά της συναισθηματικής ρύθμισης των ίδιων (μίμηση, κοινωνική αλληλεπίδραση, μετάδοση συναισθήματος) 2) μέσα από πρακτικές στην ανατροφή που σχετίζονται με το συναίσθημα (καθοδήγηση συναισθήματος, αντιδράσεις στα συναισθήματα) και 3) το συναισθηματικό κλίμα στην οικογένεια (πχ είδος προσκόλλησης, γονεϊκό στυλ, συναισθηματική εκφραστικότητα, οικογενειακές σχέσεις).
Η σχέση γονέα-παιδιού και η ρύθμιση του συναισθήματος
Το συναισθηματικό κλίμα της οικογένειας αντανακλάται στις οικογενειακές σχέσεις, στην σχέση γονέα-παιδιού, στο γονεϊκό στυλ, τον δεσμό και την εκφραστικότητα μέσα στην οικογένεια. Η ασφαλής σχέση γονέα-παιδιού βοηθά τα παιδιά να αισθάνονται υποστήριξη και να νιώθουν συναισθηματικά ασφαλή, ελεύθερα να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την αποτελεσματική συναισθηματική ρύθμιση.
Εκτός από την ζεστασιά και την υποστήριξη, την θετική ανατροφή των παιδιών είναι σημαντικό να συνοδεύεται και από σαφείς κανόνες και όρια που βοηθούν τα παιδιά να ξέρουν τί να περιμένουν σχετικά με την συναισθηματική έκφραση στο σπίτι και αυτό τα βοηθά να εκφράζουν τα συναισθήματά τους με κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους πχ “ο θυμός είναι εντάξει αλλά δεν είναι εντάξει να χτυπάς”. Αυτό αυξάνει την συναισθηματική ασφάλεια καθώς τα παιδιά ξέρουν τι να περιμένουν.
Η βιβλιογραφία μας δείχνει ότι τα παιδιά μπορεί να έχουν κάποια δυσκολία στην συναισθηματική ρύθμιση όταν οι γονείς είναι υπερβολικά σκληροί, ελεγκτικοί ή επιτρεπτικοί.
Οι υπερβολικά σκληροί γονείς χρησιμοποιούν συχνά ψυχολογικό έλεγχο πχ παρεμβαίνουν προσπαθώντας να χειραγωγήσουν την συμπεριφορά των παιδιών τους είτε ενθαρρύνουν τα παιδιά να συμμορφώνονται με τις δικές τους επιθυμίες γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την ανάγκη των παιδιών για αυτονόμηση.
Η συναισθηματική ρύθμιση των παιδιών επηρεάζεται επίσης από το πώς εκφράζονται τα συναισθήματα στο σπίτι και στις δυαδικές σχέσεις. Για παράδειγμα μια θετική συναισθηματική έκφραση όπως η ζεστασιά και το χαμόγελο έχει συνδεθεί με έκφραση θετικού συναισθήματος στα παιδιά σε συνθήκες όπως το ελεύθερο παιχνίδι ή συνθήκες μάθησης ενώ αντίθετα η έκφραση του θυμού των γονιών συνδέεται ερευνητικά με την έκφραση θυμού και στα παιδιά.
Γονεϊκές πρακτικές
Εκτός από την σχέση γονέα-παιδιού η βιβλιογραφία εστιάζει και στις γονεϊκές πρακτικές, ειδικές δηλαδή συμπεριφορές των γονιών που μαθαίνουν στα παιδιά αναφορικά με τα συναισθήματα και την συναισθηματική ρύθμιση σε απάντηση της συναισθηματικής έκφρασης των παιδιών τους. Σύμφωνα με τους Gottman, Κatz και Hooven (30), οι γονείς μπορούν να “προπονούν” τα παιδιά τους στα συναισθήματα με το να 1) επιλύουν προβλήματα, 2) να ονοματίζουν τα συναισθήματα και 3) παρηγορώντας τα παιδιά τους διευκολύνουν την επιτυχή ρύθμιση των συναισθημάτων. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με γονείς που απορρίπτουν τα συναισθήματα με το να αγνοούν, να υποτιμούν ή και να απορρίπτουν τα συναισθήματα των παιδιών τους. Σε μια πρόσφατη μελέτη εφήβων αποδείχθηκε ότι παιδιά και νέοι των οποίων οι γονείς είχαν καθοδηγήσει να αντιμετωπίσουν τον θυμό και την λύπη τους είχαν πιο επιτυχημένη διαχείριση του δικού τους θυμού και της θλίψης.
Η έρευνα σε μικρότερα παιδιά (προσχολικής ηλικίας και πρώτες τάξεις δημοτικού) συχνά επικεντρώνεται σε συγκεκριμένες στρατηγικές που στοχεύουν στην κοινωνικοποίηση των συναισθημάτων. Για παράδειγμα κατά την διάρκεια μιας δραστηριότητας που προκαλεί απογοήτευση -ένα παιδί παίρνει πίσω ένα σπασμένο παιχνίδι- οι στρατηγικές ρύθμισης συναισθήματος που είναι βοηθητικές είναι οι εξής: εστίαση της προσοχής (πχ μετατόπιση προσοχής από αυτό που προκαλεί το αρνητικό συναίσθημα), η παρηγορητική στάση των γονέων ( σωματική στοργή και θετικές εκφράσεις) και η γνωστική αναπλαισίωση (η αλλαγή στην ερμηνεία μιας κατάστασης ώστε να μην γίνεται πλέον αντιληπτή αρνητικά).
Επίσης διάφορες στρατηγικές συναισθηματικής ρύθμισης στις οποίες εμπλέκονται το παιδί και ο γονέας μαζί φαίνεται να είναι βοηθητικές. Η ιδέα εδώ αφορά την προσέγγιση της από κοινού συναισθηματικής ρύθμισης όπου τα παιδιά, ιδιαίτερα των ηλικιών 1-5, συχνά εξαρτώνται από τον φροντιστή τους να τους βοηθήσει να ρυθμίσουν τα συναισθήματα και την συμπεριφορά τους.
Ας σκεφτούμε πώς και εμείς ως γονείς έχουμε διαμορφώσει ιστορίες και σκέψεις για τα συναισθήματα που καθοδηγούν την συναισθηματική μας απόκριση πχ αν εγώ ως γονέας πιστεύω ότι η έκφραση θυμού είναι ένδειξη χαμηλού αυτο-ελέγχου και ο αυτο-έλεγχος είναι σημαντικός ίσως κριτικάρω το παιδί μου ή ακόμη και το τιμωρήσω αν εκφραστεί με θυμό. Αντίστοιχα το παιδί μαθαίνει ότι ο θυμός δεν πρέπει να εκφράζεται αλλά ούτε και να βιώνεται και ο γονέας χάνει την ευκαιρία να μάθει τελικά πώς ο θυμός μπορεί να ρυθμιστεί ή/και να εκφραστεί με κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους.
Ας δώσουμε προσοχή σε κάτι! Aν ως γονέας στοχεύσω μόνο στο να αποπροσανατολίσω το παιδί μου και να το κάνω να αισθανθεί καλύτερα χάνω την δυνατότητα να εμπλουτίσω το συναισθηματικό λεξιλόγιο του παιδιού μου και δεν το “προπονώ” στην συναισθηματική ρύθμιση. Δηλαδή δεν αρκεί μόνο να ενθαρρύνω την συναισθηματική έκφραση.
.
Bήματα :
1) έχω επίγνωση του συναισθήματος που βιώνει το παιδί μου, 2) αναγνωρίζω ως ευκαιρία για οικειότητα και καθοδήγηση, 3) ακούω με εμπάθεια και επικυρώνω το συναισθηματικό βίωμα, 4) βοηθώ το παιδί να σχηματίσει λέξεις να εκφράσει το συναίσθημά του, 5) εάν κρίνεται απαραίτητο το βοηθώ με τεχνικές επίλυσης προβλήματος (αφού βάζω κάποια όρια στην εμπλοκή μου).
Συνοψίζοντας,
1) επικυρώνω το συναίσθημα που βιώνει εκείνη την χρονική στιγμή
2) βοηθώ να ρυθμίσει το συναίσθημα ή να επιλύσει το πρόβλημα.
Το γονεϊκό στυλ που προτείνεται και από τους Gottman, Katz & Hooven περιγράφει τον γονιό να στέκεται με αποδοχή και και επίγνωση της συναισθηματικής έκφρασης τόσο της δικής του όσο και του παιδιού του και την δυνατότητα να “διδάξει” και στο παιδί του τον τρόπο να κατανοεί και να ρυθμίζει το συναίσθημά του προτού αναζητηθούν λύσεις για το πρόβλημα.
Βιβλιογραφία
- Morris, A. S., Criss, M. M., Silk, J. S., & Houltberg, B. J. (2017). The impact of parenting on emotion regulation during childhood and adolescence. Child development perspectives, 11(4), 233-238.
- Havighurst, S. S., Wilson, K. R., Harley, A. E., Kehoe, C., Efron, D., & Prior, M. R. (2013). “Tuning into kids”: Reducing young children’s behavior problems using an emotion coaching parenting program. Child Psychiatry & Human Development, 44, 247-264.
Επιμέλεια άρθρου:
Φρόσω Φωτεινάκη
Ψυχολόγος & Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια
Συγγραφή άρθρου:
Ελπίδα Γκουτσέλη
Ψυχολόγος & Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια