Σύμφωνα με την επιστήμη, ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να κάνει γύρω στις 60.000 με 80.000 σκέψεις την ημέρα, εκ των οποίων ένα μεγάλο ποσοστό αφορά ασυνείδητες διαδικασίες που έχουν εντυπωθεί μέσα μας από την παιδική μας ηλικία. Λεκτικές- και μη- συμπεριφορές του στενού οικογενειακού μας περιβάλλοντος (κι οχι μόνο) εκ των οποίων οι περισσότερες είναι αποθαρρυντικές, επαναφέρουν με εναν υποσεινήδειτο τρόπο συμπεριφορές τις οποίες έχουμε υιοθετήσει και κληρονομήσει μέχρι και την ενήλικη ζωή μας.
Τι γίνεται λοιπόν όταν μία από αυτές μας κάνει να συγκρινόμαστε συνεχώς με τον περίγυρο και να αγωνιζόμαστε να ξεπεράσουμε τα όρια μας με βάση τις επιλογές των άλλων;
Δεν είναι λίγες οι φορές όπου σαν παιδιά οι γονείς μας ή ακόμα και οι δάσκαλοι μας / οι καθηγητές μας κτλ είχαν πάντα ένα «καλό» παράδειγμα να αναφέρουν ενός συμμαθητή μας είτε φίλου μας ή ακόμα και συγγενικού μας προσώπου κάνοντας μας να αισθανόμαστε ακόμα πιο «μικροί» απ’ότι ήδη είμαστε μπροστά στους ενήλικες. Αν καθήσουμε να το σκεφτούμε καλύτερα θα φέρουμε στο μυαλό μας αναρίθμητα παραδείγματα συγκρίσεων με τους άλλους τα οποία για ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων αποτελούσε μέρος της καθημερινότητας τους για πολλά χρόνια – ένα βάρος το οποίο αρκετούς μας ακολουθεί και στην ενήλικη ζωή σαν μια βαριά κληρονομιά.
Οι άνθρωποι ως ενήλικες έχουμε την τάση να εστιάζουμε στον τομέα της ζωής μας όπου δεν αισθανόμαστε πως πηγαίνει τόσο καλά και να συγκρινόμαστε πάνω σε αυτό με τους γύρω μας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αντί να βλέπουμε την ρεαλιστική- ολόκληρη εικόνα του άλλου να εστιάζουμε μόνο στον τομέα που κατά τη δική μας άποψη τα καταφέρνει καλύτερα από εμάς, «συρρικνώνοντας» ξανά τον πολύτιμο μας εαυτό. Εύκολα μπορεί να παρομοιαστεί με έναν μεγεθυντικό φακό ο οποίος μεγενθύνει σε εμάς το πρόβλημα που πιστεύουμε πως έχουμε και στους άλλους αντίστοιχα μεγενθύνει μόνο το θετικό στοιχείο, κάνοντας μας να αισθανόμαστε για ακόμα μία φορά λίγοι. Στην ουσία δεν βλέπουμε την πραγματικότητα έτσι όπως είναι αλλά από το πρίσμα της δικής μας αδυναμίας και κατα συνέπεια της δύναμης του άλλου. Σε αυτό το σημείο αντιλαμβανόμαστε πως η σύγκριση δεν μας ωφελεί όμως είναι τόσο οικείο το συναίσθημα της μειονεξίας σε βαθμό που αποτελεί προέκταση του χαρακτήρα μας. Βέβαια, σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η υιοθέτηση αυτής της στάσης μας οδηγεί αρκετά συχνά στην θυματοποίηση και στην μη ανάληψη ευθυνών στη ζωή μας καθώς πιστεύουμε ακράδαντα πως πάντα κάποιος θα τα καταφέρνει κι εμείς όχι.
Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις όπου έχουμε την ψευδαίσθηση πως η σύγκριση μας βγαίνει σε καλό καθώς βλέποντας κάποιον να τα καταφέρνει σε κάτι καλύτερα από εμάς ,πιστεύουμε πως αποτελεί τρανό παράδειγμα μίμησης και τρόπο αυτοβελτίωσης. Έχουμε την εντύπωση πως αν κι εμείς ακολουθήσουμε τα ίδια βήματα και τον ίδιο τρόπο θα πετύχουμε εξίσου και θα φτάσουμε στον πολυπόθητο στόχο μας. Και εδώ είναι το σημείο που είναι καλό να αναρωτηθούμε αν ο στόχος αποτελεί πηγαία δική μας επιθυμία κι ανάγκη ή αν στη «δίνη» και στην συνεχή σύγκριση να μοιάσουμε στο «είδωλό» μας έχουμε αποκτήσει στόχους που υπό άλλες συνθήκες δεν θα μας ενδιέφεραν καθόλου. Δυσκολευόμαστε να αφουγκραστούμε τις πραγματικές μας ανάγκες καθώς μας είναι πιο σημαντικό να «κερδίσουμε» στην αναμέτρηση της σύγκρισης παρά στην επίτευξη της προσωπικής μας ευτυχίας. Μας είναι σημαντικότερο σε βαθύτερο επίπεδο να «κερδίσει» και μία φορά ο εαυτός μας παιδί σε αυτή την αναμέτρηση παρά ο ενήλικας εαυτός. Μας είναι σημαντικότερο να κάνουμε τις «φωνές» στο κεφάλι μας που μας ακολουθούν απο παιδιά να ησυχάσουμε παρά να είναι ικανοποιημένος και ήρεμος ο πολύτιμος εαυτός.
Αυτό το οποίο είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό είναι πως στην αναμέτρηση της σύγκρισης με τον άλλον πάντα θα βγαίνουμε χαμένοι κι αυτό διότι δεν λαμβάνουμε υπόψιν το σημαντικό παράγοντα της διαφορετικότητας. Κάθε ένας άνθρωπος έιναι μοναδικός και διαφορετικός και έχει τον δικό του τρόπο και χρόνο διαχείρισης της ζωής. Είναι πολύ σημαντικό για την ψυχική μας υγεία, σ’έναν κόσμο όπου οι καθημερινοί ρυθμοί τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα και είμαστε μαθημένοι στην συνεχή βουή, να καταφέρουμε να ηρεμήσουμε και να φροντίσουμε να ακολουθήσουμε την δική μας πορεία και τις δικές μας επιθυμίες.
Χρειάζεται να θυμόμαστε πως η μόνη υγιής σύγκριση είναι εκείνη με τον εαυτό μας ανά χρονικές περιόδους και να μην ξεχνάμε πως είμαστε μοναδικοί και ιδιαίτεροι όπως και τα αποτυπώματά μας.
Επιμέλεια άρθρου:
Φρόσω Φωτεινάκη
Συμβουλευτική Ψυχολόγος & Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια
Συγγραφή Άρθρου
Ειρήνη Μπισιώτη
Απόφοιτος του Εκπαιδευτικού Προγράμματος της Ελληνικής Αντλεριανής Ψυχολογίας.