Στις γυναίκες και σε ορισμένα άλλα θηλυκά πρωτεύοντα θηλαστικά, η αλληλουχία διεργασιών που εμπλέκουν ένα σύνολο δομών και οργάνων, συντελεί στην δημιουργία του έμμηνου κύκλου. Ήδη από την δεκαετία του 1930, το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας είχε ξεκινήσει να στρέφεται στην μελέτη των αλλαγών που συντελούνται σε επίπεδο βιολογικό, συναισθηματικό, γνωστικό και συμπεριφορικό κατά την διάρκεια του, χωρίς ωστόσο να καταλήγει σε αξιόπιστα ευρήματα λόγω μεταξύ άλλων και της έλλειψης των κατάλληλων μεθόδων. Σήμερα γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι οι διακυμάνσεις στα επίπεδα των ορμονών ανάλογα με την φάση του κύκλου έχουν σημαντικές συνέπειες για την γυναίκα, προκαλώντας αξιοσημείωτη δυσφορία και επιπτώσεις στην λειτουργικότητα σε ορισμένες περιπτώσεις που θα αναφερθούν πιο αναλυτικά στην συνέχεια.
Αρχικά, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τι συμβαίνει σε γενικές γραμμές κατά την διάρκεια ενός έμμηνου κύκλου. Η μέση διάρκεια του είναι οι 28-30 ημέρες, με το εύρος μεταξύ 21 και 35 ημερών να θεωρείται επίσης φυσιολογικό. Ωστόσο πρόκειται για κάτι που μεταβάλλεται υπό την επίδραση παραγόντων όπως η ηλικία, το στρες, ιατρικές παθήσεις κλπ, οπότε κάθε περίπτωση είναι μοναδική και χρήζει ανάλογης αξιολόγησης και αντιμετώπισης.
Δύο βασικές δομές του εγκεφάλου, ο υποθάλαμος και η υπόφυση, είναι υπεύθυνες για την παραγωγή και την απελευθέρωση χημικών ουσιών (ορμόνες) που είναι απαραίτητες για την διαδικασία. Ειδικότερα, η έμμηνος ρύση ξεκινά την πρώτη ημέρα που εφόσον το σχηματισμένο ωάριο δεν έχει γονιμοποιηθεί, η επένδυση (επιθύλιο) της μήτρας αποβάλλεται μέσω του κόλπου. Η φάση αυτή της εμμηνορρυσίας ή κοινώς περιόδου, συνοδεύεται και από την απελευθέρωση των προσταγλανίδων, ορμονών που ευθύνονται και για τις «κράμπες περιόδου» που βιώνουν αρκετές γυναίκες. Η επόμενη φάση, της οποίας η διάρκεια δεν είναι πάντοτε σταθερή, ονομάζεται ωοθυλακική. Κατά την διάρκεια της, η απελευθέρωση της ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) από την υπόφυση, επάγει την ανάπτυξη του ωοθυλακίου στην ωοθήκη. Πρόκειται στην ουσία για έναν «υγρό σάκο» που θρέφει το ωάριο. Παράλληλα αυξάνεται η παραγωγή των οιστρογόνων και κοντά στο μέσο κύκλου, συντελείται μία «έκρηξη» στην απελευθέρωση της ωοθυλακιοτρόπου και ωχρινοτρόπου ορμόνης, που τελικά συντελεί με την σειρά της στην απελευθέρωση του ωαρίου από το ωοθυλάκιο. Στην φάση αυτή της ωορρηξίας όπως ονομάζεται, τα επίπεδα γονιμότητας είναι υψηλότερα από κάθε άλλη φάση του κύκλου και το ωάριο μπορεί να γονιμοποιηθεί όσο παραμένει στην σάλπιγγα. Η ωχρινική φάση, η οποία είναι και η τελευταία του κύκλου (14 ημέρες πριν την έναρξη της εμμήνου ρύσεως) χαρακτηρίζεται από την μείωση στην παραγωγή των προαναφερθέντων ορμονών και στην αύξηση μίας άλλης, της προγεστερόνης. Η ορμόνη αυτή απελευθερώνεται με σκοπό την προετοιμασία της μήτρας για την εμφύτευση του ωαρίου εφόσον αυτό έχει γονιμοποιηθεί, με την παραγωγή της να κορυφώνεται την 21-24η ημέρα. Σε περίπτωση που αυτό δεν συμβεί, τα επίπεδα των ορμονών τελικά μειώνονται, σηματοδοτώντας την έναρξη της καταστροφής του επιθηλίου της μήτρας και τελικά την εμφάνισης της περιόδου.
Όπως προαναφέρθηκε, οι μεταβολές στα επίπεδα των ορμονών κατά τη διάρκεια του έμμηνου κύκλου, δύναται να έχει επιπτώσεις και σε συναισθηματικό επίπεδο, επηρεάζοντας την ψυχική υγεία των γυναικών. Τα αποτελέσματα πολλών ερευνών έχουν αναδείξει τον ρόλο της προγεστερόνης σε πτυχές όπως η επεξεργασία των πληροφοριών, η αντιδραστικότητα σε αρνητικά ερεθίσματα αλλά και η μνήμη. Μελέτες νευροαπεικόνισης, έχουν εντοπίσει αυξημένη δραστηριότητα στην αμυγδαλή (δομή του εγκεφάλου που σχετίζεται με τα συναισθήματα) κατά την διάρκεια της ωχρινικής φάσης που η προγεστερόνη είναι αυξημένη. Μάλιστα, η ενεργοποίηση της περιοχής αυτής είναι εντονότερη όταν πρόκειται για ένα αρνητικό ερέθισμα. Έχει επίσης βρεθεί ότι η ανάμνηση συναισθηματικά «φορτισμένων» γεγονότων είναι εντονότερη εάν αυτά έλαβαν χώρα κατά την ωχρινική παρά κατά την ωοθυλακική φάση. Σε μία ενδιαφέρουσα μελέτη του Bryant και συν. (2011), βρέθηκε πως οι γυναίκες είχαν περισσότερες πιθανότητες να βιώσουν «flashbacks», δηλαδή εικόνες και αναμνήσεις ενός τραυματικού γεγονότος, εάν αυτό είχε συμβεί λίγες ημέρες πριν την έλευση της περιόδου.
Συμπτώματα όπως πεσμένη ή ευμετάβλητη διάθεση, ευσυγκινησία, νευρικότητα, άγχος, δυσκολία στον ύπνο και στην συγκέντρωση, έντονη λαχτάρα για συγκεκριμένες τροφές, πονοκέφαλοι, ευαισθησία στους μαστούς και σωματική κόπωση είναι ενδεικτικά της εμπειρίας πολλών γυναικών πριν την εμμηνορρυσία. Όλα μαζί συνθέτουν την εικόνα του λεγόμενου Προεμμηνορροϊκού Συνδρόμου, οι εκδηλώσεις του οποίου κορυφώνονται μία εβδομάδα πριν την έναρξη της περιόδου και βελτιώνονται λίγες μέρες μετά. Eνώ περίπου το 40% των γυναικών μπορεί να βιώσει κάποια από αυτά τα συμπτώματα, σε ορισμένες περιπτώσεις (3% – 8%) η βαρύτητα τους είναι τέτοια που οδηγεί στην διάγνωση της Προεμμηνορρυσιακής Δυσφορικής Διαταραχής όπως αυτή έχει ενσωματωθεί στο Διαγνωστικό Εγχειρίδιο των Ψυχιατρικών Διαταραχών (DSM – V). Τα κριτήρια που χρειάζεται να πληρούνται για να δοθεί η διάγνωση είναι συγκεκριμένα και σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητη η αξιολόγηση ειδικού. Τα ακριβή αίτια εμφάνισης της διαταραχής δεν είναι γνωστά ωστόσο ο ρόλος ορμονών και νευροδιαβιβαστών (χημικών ενώσεων που μεταφέρουν μηνύματα μεταξύ των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου και σχετίζονται μεταξύ άλλων και με την διάθεση) φαίνεται ότι είναι κεντρικός.
Αναφορικά με τις μεθόδους αντιμετώπισης, υπάρχουν φαρμακευτικές αλλά και μη φαρμακευτικές που αξιοποιούνται ανάλογα με την βαρύτητα της συμπτωματολογίας. Σε πιο ήπιες εκδηλώσεις, η κατανάλωση λαχανικών, φρούτων, τροφών με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (π.χ.ολικής άλεσης) και περιεκτικότητα σε αλάτι, ορισμένα συμπληρώματα διατροφής όπως το ασβέστιο και το μαγνήσιο αλλά και η σωματική άσκηση, φαίνεται πως λειτουργούν βοηθητικά. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, δύναται να χορηγηθεί και φαρμακευτική αγωγή.
Για την διαχείριση της αγχώδους και της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας που χαρακτηρίζει την κλινική εικόνα των γυναικών με Προεμμηνορρυσιακή Δυσφορική Διαταραχή, μελέτες έχουν αναδείξει και την αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας. Η εκμάθηση λειτουργικών δεξιοτήτων διαχείρισης των αρνητικών συναισθημάτων που προκύπτουν είτε πρωτογενώς εξαιτίας των ορμονικών αλλαγών είτε δευτερογενώς λόγω της αντίδρασης απέναντι στα συμπτώματα της διαταραχής, δύναται να λειτουργήσει επικουρικά στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των γυναικών.
Η περίπτωση της κάθε γυναίκας είναι μοναδική ωστόσο εάν τα συμπτώματα που παρατηρείτε πριν την έλευση της περιόδου σας προκαλούν έντονη ενόχληση και δυσχεραίνουν την λειτουργικότητα σας, η εκτίμηση ειδικού είναι απαραίτητη ώστε να λάβετε την κατάλληλη για εσάς φροντίδα.
Επιμέλεια άρθρου:
Φρόσω Φωτεινάκη
Συμβουλευτική Ψυχολόγος & Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια
Συγγραφή άρθρου:
Κασσιανή Μουσά
Ψυχολόγος (MSc)
Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεύτρια (Εκπ.)
Βιβλιογραφία
- Bryant, R. A., Felmingham, K. L., Silove, D., Creamer, M., O’Donnell, M., & McFarlane, A. C. (2011). The association between menstrual cycle and traumatic memories. Journal of affective disorders, 131(1-3), 398-401.
- Gnanasambanthan, S., & Datta, S. (2019). Premenstrual syndrome. Obstetrics, Gynaecology & Reproductive Medicine, 29(10), 281-285.
- Shariati, K., Ghazavi, H., Saeidi, M., Ghahremani, S., Shariati, A., Aryan, H., … & Ghazanfarpour, M. (2019). Psychotherapy for depression and anxiety in premenstrual syndrome (PMS): a systematic review and meta-analysis. International Journal of Pediatrics, 7(3), 9169-9179.
- Sundström Poromaa, I., & Gingnell, M. (2014). Menstrual cycle influence on cognitive function and emotion processing—from a reproductive perspective. Frontiers in neuroscience, 8, 107933.