Η ψυχική διαταραχή που εμφανίζεται κατά κύριο λόγο και σε μεγαλύτερη συχνότητα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και της λοχείας είναι η κατάθλιψη. Η κατάθλιψη, η οποία εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ονομάζεται περιγεννητική ενώ, αυτή που η έναρξη της τοποθετείται μετά τον τοκετό ονομάζεται μεταγεννητική ή επιλόχεια.
Η επιλόχεια κατάθλιψη αποτελεί μια διαρκώς αυξανόμενη διαταραχή που προσβάλλει πολύ μεγάλο μέρος των γυναικών φτάνοντας περίπου το 10-15%. Έρευνες αναφέρουν ότι μια στις τρεις γυναίκες νιώθουν ότι εμφανίζουν συμπτώματα κατάθλιψης το πρώτο διάστημα της μητρότητας, χωρίς ωστόσο να πληρούν όλα τα κριτήρια για τη διάγνωση της διαταραχής. Η αναγνώριση και αξιολόγηση βέβαια των καταθλιπτικών συμπτωμάτων κατά την μεταγεννητική περίοδο είναι ιδιαίτερα δύσκολο έργο, δεδομένου ότι η εγκυμοσύνη, η γέννηση του βρέφους και ο θηλασμός μερικές φορές προκαλούν πολλά από τα συμπτώματα που εμφανίζονται όταν υπάρχει επιλόχεια κατάθλιψη.
Τι ορίζεται ως επιλόχεια κατάθλιψη;
Ως επιλόχεια κατάθλιψη ορίζεται η μακράν κατάσταση συναισθηματικών διαταραχών που χαρακτηρίζεται από έντονη ευερεθιστικότητα, καταθλιπτική διάθεση και από αδυναμία φροντίδας των βρεφών. Η έναρξη αυτών των συμπτωμάτων μπορεί να σηματοδοτηθεί απευθείας κατόπιν του τοκετού, στις πρώτες 4 εβδομάδες μεταγεννητικά, στους 3 μήνες έως και ακόμα μετά από 7 μήνες από τη γέννα. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, ότι υπάρχουν και βιβλιογραφικές αναφορές που υποστηρίζουν ότι τα συμπτώματα μπορούν να κυριαρχήσουν έως και τα 3,5 χρόνια μεταγεννητικά ή ακόμα και να πάρουν μορφή χρόνιας κατάθλιψης.
Ποια συμπτώματα εμφανίζει μια γυναίκα που έχει επιλόχεια κατάθλιψη;
Οι γυναίκες με επιλόχεια κατάθλιψη εμφανίζουν διάφορα συμπτώματα που αποτελούν ένδειξη της ύπαρξης της. Οι διαταραχές στη διάθεση τους, που συνοδεύονται από υψηλά επίπεδα ευερεθιστικότητας και εκνευρισμού, είναι από τις πιο ενδεικτικές. Επιπλέον, η καταθλιπτική διάθεση των γυναικών το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της ημέρας, το έντονο, συνεχόμενο και χωρίς αιτία κλάμα και το αίσθημα της ματαίωσης αλλά και της αναξιότητας αποτελούν βασικά συμπτώματα της επιλόχειας κατάθλιψης. Επιπρόσθετα, γυναίκες που έχουν επιλόχεια κατάθλιψη δείχνουν χαμηλό ενδιαφέρον και απουσία ευχαρίστησης για όλες τις δραστηριότητες και ταυτόχρονα παρουσιάζουν φτωχές κοινωνικές επαφές. Έντονα είναι επίσης και τα σωματικά συμπτώματα που εμφανίζουν. Συγκεκριμένα, οι γυναίκες με επιλόχεια κατάθλιψη εμφανίζουν συνήθως διαταραχές ύπνου, με τις αϋπνίες και το διακεκομμένο ύπνο να κυριαρχούν. Ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι οι διαταραχές ύπνου των μητέρων με επιλόχεια κατάθλιψη είναι ανεξάρτητες από το πρόγραμμα ύπνου των βρεφών. Δηλαδή, οι μητέρες έχουν αϋπνίες ακόμα και όταν τα βρέφη τους επιτρέπουν να κοιμηθούν. Αυτή η έλλειψη ύπνου ίσως να οφείλεται και για την συνεχόμενη κόπωση και την απουσία ενέργειας που εμφανίζουν οι καταθλιπτικές μητέρες. Ένα ακόμη σωματικό σύμπτωμα που εμφανίζουν οι γυναίκες που έχουν επιλόχεια κατάθλιψη είναι οι διαταραχές στην όρεξη, καθώς εμφανίζονται ή να υπερκαταναλώνουν τρόφιμα ή να έχουν απώλεια όρεξης και ως συνέπεια απώλεια βάρους.
Βασικά ακόμη χαρακτηριστικά γνωρίσματα των γυναικών με κατάθλιψη μετά τη γέννα είναι η αδυναμία λήψης απόφασης, η δυσκολία συγκέντρωσης και η ύπαρξη συναισθημάτων ενοχής, τύψεων και αυτό- υποτίμησης. Επίσης, συμπτώματα των γυναικών με επιλόχεια κατάθλιψη είναι η μειωμένη ερωτική διάθεση, το αίσθημα απόρριψης από τον σύζυγο τους και η υπερβολική απογοήτευση που νιώθουν από τον τοκετό, τον θηλασμό και από άλλες πλευρές της μητρότητας. Ενώ τέλος, σε ακραίες μορφές, εμφανίζονται να έχουν σκέψεις θανάτου ή αυτοκτονίας.
Όσον αφορά τα αίτια της επιλόχειας κατάθλιψης συμπεριλαμβάνουν ορμονικές διακυμάνσεις, βιολογική ευπάθεια και ψυχολογικούς στρεσογόνους παράγοντες. Πιο συγκεκριμένα, έχει προταθεί ότι ορμονικοί παράγοντες μπορεί να είναι προβλεπτικοί για την εμφάνιση επιλόχειας κατάθλιψης. Ειδικότερα, έχει βρεθεί ότι τα επίπεδα των οιστρογόνων και της προγεστερόνης αυξάνονται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Τις αμέσως επόμενες ώρες από τον τοκετό τα επίπεδα αυτών των ορμονών μειώνονται απότομα για να γυρίσουν στα κανονικά προ εγκυμοσύνης επίπεδα. Αυτή λοιπόν η ταχεία αλλαγή των επιπέδων ορμονών θεωρείται ότι μπορεί να είναι αιτία για την εμφάνιση της κατάθλιψης μετά τη γέννα. Ένας άλλος κύριος προγνωστικός παράγοντας για την επιλόχεια κατάθλιψη είναι και η ύπαρξη καταθλιπτικής διάθεσης ή γενικευμένης αγχώδους διαταραχή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ανεξάρτητα από το εξάμηνο που αυτά συμβαίνουν. Σαφώς, σημαντικό ρόλο κατέχει και η ύπαρξη προηγούμενου ιστορικού κατάθλιψης που αυξάνει φυσικά τις πιθανότητες για εκδήλωση μεταγεννητικής κατάθλιψης. Μάλιστα, τόσο το οικογενειακό ιστορικό κατάθλιψης όσο και το προηγούμενο ιστορικό κατάθλιψης της ίδιας της μητέρας, αποτελούν παράγοντες κινδύνου για μετέπειτα εμφάνιση επιλόχειας κατάθλιψης.
Άλλοι ψυχολογικοί παράγοντες της προσωπικότητας, όπως είναι η εσωστρέφεια, η τελειομανία, η υψηλή ευαισθησία στις διαπροσωπικές σχέσεις και η χαμηλή αυτοεκτίμηση, έχουν και αυτοί συνδεθεί με την κατάθλιψη μετά τη γέννα, ενώ και το ιστορικό κακοποίησης σχετίζεται άμεσα με την ύπαρξη επιλόχειας κατάθλιψης. Ακόμη, φαίνεται ότι η μητρική δυσαρέσκεια από τον γάμο, η χαμηλή ευχαρίστηση και ικανοποίηση από το οικογενειακό περιβάλλον και την συζυγική συμπεριφορά έχουν καταλυτικό ρόλο στην εμφάνιση της επιλόχειας κατάθλιψης.
Επίσης, στην εκδήλωση της επιλόχειας κατάθλιψης συμβάλλουν και ψυχοπιεστικά γεγονότα ζωής που εκδηλώνονται λίγο πριν την εγκυμοσύνη ή κατά τη διάρκεια της, όπως είναι επιπλοκές κατά τον τοκετό, τυχόν παθολογικά γυναικολογικά προβλήματα κατά την κύηση, αρνητικές εμπειρίες από μια προηγούμενη εγκυμοσύνη και κάποια προηγούμενη αποβολή. Αλλά και το άγχος για την φροντίδα των βρεφών βρέθηκε να είναι ισχυρός παράγοντας κινδύνου. Τέλος, σύνδεση φαίνεται να υπάρχει μεταξύ της έλλειψης κοινωνικής στήριξης και της επιλόχειας κατάθλιψης. Συγκεκριμένα, η κοινωνική υποστήριξη από τα μέλη της οικογένειας, τον σύντροφο και από τους φίλους έχει άρρηκτα συνδεθεί με την επιλόχεια κατάθλιψη.
Οι επιπτώσεις της επιλόχειας κατάθλιψης είναι ποικίλες και αφορούν τόσο τη μητέρα όσο και το παιδί. Αρχικά τα σωματικά συμπτώματα που παρουσιάζουν οι γυναίκες με επιλόχεια κατάθλιψη, όπως η κόπωση, η αϋπνία, η απώλεια όρεξης και βάρους, είναι επόμενο να επηρεάζουν την υγεία της μητέρας και να θέτουν μάλιστα αρκετές φορές την υγεία της σε άμεσο κίνδυνο. Επίσης, το γεγονός ότι οι μητέρες μετά τη γέννα αναλαμβάνουν την ευθύνη να αναθρέψουν το βρέφος, δημιουργεί στις μητέρες με επιλόχεια κατάθλιψη αντικρουόμενα συναισθήματα, με αποτέλεσμα οι μητέρες αυτές να νιώθουν ότι απειλούνται να χάσουν την ταυτότητα τους. Επιπρόσθετα, εξαιτίας της κατάθλιψης οι μητέρες αδυνατούν να προσέξουν και να αντιληφθούν τις διάφορες συναισθηματικές καταστάσεις των βρεφών τους, με συνέπεια η σχέση μεταξύ μητέρας και βρέφους να κλονίζεται και να παραμένει σε απόσταση. Μάλιστα, φαίνεται ότι αυτές οι μητέρες εμφανίζουν λιγότερο αλληλεπιδραστική συμπεριφορά με τα βρέφη τους, ότι τους παρέχουν ελάχιστη ζεστασιά και θετικά συναισθήματα. Εμφανίζονται δηλαδή να αγγίζουν λιγότερο συχνά τα βρέφη, να έχουν φτωχή βλεμματική επαφή και να αδυνατούν να δημιουργήσουν συναισθηματικό δεσμό μεταξύ τους.
Καθώς υπάρχουν άμεσες αλλά και έμμεσες συνέπειες που θέτουν σε κίνδυνο να διαταραχθεί η ψυχολογική, συναισθηματική και κοινωνική ζωή και της μητέρας αλλά και του βρέφους είναι αναγκαίο να υπάρξει άμεση θεραπευτική αντιμετώπιση της επιλόχειας κατάθλιψης. Η θεραπεία της εξαρτάται από τη σοβαρότητα και την ένταση των συμπτωμάτων. Πάντως πολλές φορές που είναι έντονη η συμπτωματολογία κρίνεται ωφέλιμο να υπάρχει συνδυασμός ψυχοθεραπείας και φαρμακευτικής αγωγής.
Επιμέλεια άρθρου:
Φρόσω Φωτεινάκη
Συμβουλευτική Ψυχολόγος & Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια
Συγγραφή άρθρου:
Εύη Κυριακίδου
Ψυχολόγος & Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεύτρια