Όταν έχω πυρετό και είμαι άρρωστος να πάω στον γιατρό. Όταν τα γράμματα στις αιματολογικές μου εξετάσεις είναι τυπωμένα πιο έντονα να πάρω φάρμακα, να πάρω βιταμίνες. Μα τι να κάνω όταν δεν αισθάνομαι καλά αλλά αυτό δεν φαίνεται σε κάποιο χαρτί; Όταν όλα γύρω μου κινούνται “κανονικά” αλλά μέσα μου τα πράγματα είναι αλλιώς;
Πολλοί είναι αυτοί που κλείνουν τα μάτια τους απέναντι στην ψυχική υγεία και στον πόνο της ψυχής. Θεωρούν ότι αφού δεν φαίνεται, δεν υπάρχει. Ή μάλιστα κρύβουν τις δυσκολίες τους και δεν μιλούν για αυτές. Ίσως έμαθαν ότι δεν επιτρέπεται να εκφράζουν αρνητικά συναισθήματα ή ίσως ούτε καν να τα βιώνουν. Ίσως να ήταν απαγορευμένα. Για παράδειγμα, πόσοι άνδρες έχουν ακούσει τη φράση “οι άνδρες δεν κλαίνε, οι άνδρες είναι δυνατοί”; Και κάπως έτσι, οι άνδρες αποτελούν τη μειοψηφία στους χώρους της ψυχικής υγείας.
Ας δούμε λοιπόν κάποια σημάδια που υποδηλώνουν πως κάποιο άτομο θα μπορούσε να επωφεληθεί από την ψυχοθεραπεία. Ένας δείκτης μπορεί να είναι η λειτουργικότητα του ατόμου. Δηλαδή, αν το άτομο δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στην καθημερινότητα του (π.χ. σε δραστηριότητες της ζωής όπως η εργασία, οι υποχρεώσεις του σπιτιού, ο ελεύθερος χρόνος), αν φροντίζει τον εαυτό του και αν δυσκολεύεται να διαδράσει με τους γύρω του. Ένας άλλος δείκτης είναι επίσης η δυσφορία που μπορεί να νιώθει το άτομο με μια κατάσταση στη ζωή του ή το κατά πόσο οι προσπάθειες διαχείρισης των καταστάσεων της ζωής του κάνουν κακό στον εαυτό του (π.χ. αυτοτραυματισμοί, κατάχρηση ουσιών κτλ) ή σε άλλους.
Ένα άλλο σημάδι είναι η αλλαγή που κάποιος θα παρατηρήσει στον εαυτό του. Η αλλαγή αυτή μπορεί να αφορά τη διάθεση του. Αν για παράδειγμα δεν παίρνει ευχαρίστηση από δραστηριότητες που τον ευχαριστούσαν στο παρελθόν ή και αν έχει παραμελήσει τον εαυτό του. Επιπλέον, αν βιώνει έντονο άγχος που συνοδεύεται από σωματικά συμπτώματα που του είναι δυσάρεστα ή και όταν βιώνει διάχυτο άγχος μικρότερης έντασης με πολλαπλές ανησυχίες (“αγχώνομαι για τα πάντα, ακόμα και τα πιο απλά”). Ένα άλλο συναίσθημα καμπανάκι είναι ο φόβος. Ένας φόβος που μπορεί να έχει κυριεύσει το άτομο και να το έχει αιχμαλωτίσει σπίτι του. Για παράδειγμα, αν κάποιος αποφεύγει να πηγαίνει σε χώρους με πολύ κόσμο, αν δεν πηγαίνει όπου επιθυμεί μόνος του ή και επιθυμεί τη συνοδεία από κάποιον άλλον. Μπορεί επομένως να συμβαίνουν διάφορα που στέκονται ως εμπόδιο να απολαύσει το άτομο την ζωή του και να έρθει πιο κοντά σε αυτά που επιθυμεί.
Άλλο ένα καμπανάκι μπορεί να είναι οι διαπροσωπικές σχέσεις. Όταν δηλαδή κάποιος δυσκολεύεται να δημιουργήσει και να διατηρήσει σχέσεις που τον ικανοποιούν. Στις διαπροσωπικές σχέσεις εντάσσονται οι σχέσεις με τους συναδέλφους στο πλαίσιο της εργασίας, οι σχέσεις με μέλη της οικογένειας, φιλικές και συντροφικές σχέσεις. Ίσως κάποιος να δυσκολεύεται να βάλει όρια στους άλλους ή να φοβάται ότι αν οι άλλοι τον πλησιάσουν αρκετά θα τον απορρίψουν. Εδώ το καμπανάκι μπορεί να ηχεί και από την άλλη πλευρά, από τον άλλον. Αν λοιπόν κάποιο άτομο παρατηρήσει ότι αρκετοί άνθρωποι του δείχνουν ότι τους ενοχλεί μια συμπεριφορά του ή αν έχει παρατηρήσει ότι δυσκολεύεται να κρατήσει ανθρώπους στη ζωή του.
Άλλη μια ένδειξη είναι το πως αισθάνεται κάποιος με τον εαυτό του και πως βλέπει τον εαυτό του. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση μπορεί να είναι επομένως άλλο ένα καμπανάκι. Λόγω της χαμηλής αυτοεκτίμησης μπορεί το άτομο να πιστεύει ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει, ότι δεν είναι αρκετό και να μην επιδιώκει να κάνει όσα επιθυμεί. Επιπλέον, στην εικόνα του εαυτού εντάσσεται και το κατα πόσο κάποιος γνωρίζει ποιος είναι ο πραγματικός του εαυτός και αν έχει έρθει σε επαφή με αυτόν χωρίς να προσπαθεί να γίνει αποδεκτός από τους γύρω του φορώντας μάσκες που φτιάχτηκαν με βάση τα ιδανικά “των άλλων”.
Επιπλέον, μπορεί κάποιος να νιώσει ότι χρειάζεται υποστήριξη σε διάφορα στάδια μετάβασης στη ζωή του (π.χ. γονεικός ρόλος), σε κάποια αλλαγή (π.χ. μετακόμιση, πένθος, χωρισμός) ή έπειτα από κάποιο τραυματικό συμβάν. Οι δυσκολίες στη φάση προσαρμογής σε μια καινούρια συνθήκη (π.χ. νέο εργασιακό περιβάλλον, νέα χώρα διαβίωσης) είναι φυσιολογικές. Ωστόσο, αν κάποιος βιώνει έντονη δυσφορία που δεν μειώνεται με την πάροδο του χρόνου χρειάζεται να διερευνήσει τι τον δυσκολεύει.
Ωστόσο, ακόμα και αν κάποιος αισθανθεί την ανάγκη να επισκεφθεί κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, μπορεί να έρχεται αντιμέτωπος με άλλα εμπόδια όπως το συναίσθημα της ντροπής, το στίγμα και αρνητικές αντιλήψεις που έχουν χτιστεί από τον περίγυρο του ή και κάποια προηγούμενη αρνητική εμπειρία. Ως αποτέλεσμα, αποφεύγει την επίσκεψη σε ειδικό ψυχικής υγείας ή και να την αναβάλλει. Μπορεί όμως ακόμα και η στιγμή της παρέμβασης να έχει σημασία. Πολλοί μπορεί να αναβάλλουν την επίσκεψη στον ψυχολόγο ή τον ψυχίατρο με αποτέλεσμα να χάνουν την ευκαιρία να επωφεληθούν της πρώιμης παρέμβασης που είναι και πιο αποτελεσματική. Για παράδειγμα, η παρέμβαση στα πρώτα τρία χρόνια της εμφάνισης της ψυχογενούς ανορεξίας είναι περισσότερο αποτελεσματική. Μάλιστα, αφού αυτό φάνηκε στα ερευνητικά δεδομένα, το σύστημα υγείας στο Ηνωμένο Βασίλειο δίνει προτεραιότητα στην πρόσβαση σε θεραπεία σε άτομα στα οποία η διαταραχή πρόσληψης τροφής έχει ξεκινήσει τα τελευταία τρία χρόνια. Έχει φανεί επίσης ότι πολλά άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή καθυστερούν την επίσκεψη τους σε ειδικό ψυχικής υγείας λόγω της ντροπής που αισθάνονται για τις παρεισφρυτικές σκέψεις που βιώνουν.
Φυσικά, ένας άλλος παράγοντας που καθορίζει την επιθυμία του ατόμου να επισκεφτεί έναν θεραπευτή είναι το επίπεδο της ετοιμότητας του. Το κατα πόσο δηλαδή ένα άτομο νιώθει έτοιμο να έρθει αντιμέτωπο με τις δυσκολίες του, να τις παλέψει και να γύρει το βλέμμα προς τον εαυτό του. Εξετάζοντας την ετοιμότητα για αλλαγή, οι Prochaska και DiClemente μίλησαν για τα στάδια της αλλαγής στη συμπεριφορά. Το πρώτο στάδιο είναι η προμελέτη, όπου το άτομο δεν έχει επίγνωση των προβλημάτων του και δεν σκέφτεται καθόλου να αλλάξει οτιδήποτε. Στο επόμενο στάδιο της μελέτης, το άτομο αναγνωρίζει ότι έχει πρόβλημα και αρχίζει να σκέφτεται να κάνει κάτι για να το λύσει. Σε αυτό το στάδιο μπορεί επίσης το άτομο να διακατέχεται από αμφιθυμία. Έπειτα, στο στάδιο της προετοιμασίας-ετοιμότητας, το άτομο αντιλαμβάνεται ότι χρειάζεται να αλλάξει, είναι έτοιμο, επιθυμεί να αλλάξει και καταστρώνει κάποιο σχέδιο. Μέρος του σχεδίου μπορεί να αποτελέσει για παράδειγμα η επίσκεψη σε κάποιον ψυχοθεραπευτή. Έπειτα, ακολουθεί η δράση όπου το άτομο εφαρμόζει τις αλλαγές στην πράξη. Τα στάδια αυτά κλείνουν με το στάδιο της συντήρησης όπου το άτομο έχει καταφέρει να τροποποιήσει όσα των προβλημάτιζαν και εργάζεται για να διατηρήσει αυτές τις αλλαγές.
Σε κάθε περίπτωση το άτομο μπορεί να προσπαθήσει να ακούσει τι έχει ανάγκη, να αναγνωρίσει αν έχει ανάγκη από υποστήριξη και να κοιτάξει κατάματα τους φόβους που μπορεί να τον αποθαρρύνουν από την έναρξη ψυχοθεραπείας. Φυσικά, μπορεί κάποιος να “φέρει” μαζί και τους φόβους του στο δωμάτιο της ψυχοθεραπείας και να τους συζητήσει με τον ψυχοθεραπευτή.
Επιμέλεια κειμένου:
Γεωργία Βασσάλου,
Ψυχολόγος, ΜSc
Γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία
Βιβλιογραφία:
- Fineberg, N. A., Dell’Osso, B., Albert, U., Maina, G., Geller, D., Carmi, L., … & Zohar, J. (2019). Early intervention for obsessive compulsive disorder: an expert consensus statement. European Neuropsychopharmacology, 29(4), 549-565.
- Prochaska, J. O., & DiClemente, C. C. (1992). Stages of change in the modification of problem behaviors. Progress in behavior modification, 28, 183-218.
- Treasure, J., & Russell, G. (2011). Early intervention in anorexia nervosa. The British Journal of Psychiatry, 199(5), 432-432.