Το πέρασμα στην πατρότητα θεωρείται μια «κρίση», ένα καθοριστικό σημείο στην προσωπική και οικογενειακή πορεία ενός άντρα καθώς επιφέρει σοβαρές ψυχοσυναισθηματικές ανακατατάξεις. Οι προηγούμενες εμπειρίες σχέσεων που είχε ο πατέρας σε πραγματικό αλλά και σε ενδοψυχικό επίπεδο θα καθορίσουν τη δημιουργία δεσμού μεταξύ του ίδιου και του μωρού. Ο πατέρας «δοκιμάζει» τον πατρικό του ρόλο ενώ ταυτόχρονα φαντάζεται τι σημαίνει να είναι παιδί.
Η γέννηση λοιπόν, ενός μωρού μπορεί να δημιουργήσει αμφιθυμικά συναισθήματα, αγάπης και μίσους ακόμη κι αν είναι το μωρό είναι επιθυμητό. Επαναδραστηριοποιούνται αρνητικά συναισθήματα της παιδικής ηλικίας στην ενήλικη ζωή και εκδηλώνονται μέσω των φόβων του γονέα για την υγεία του παιδιού ή την αποτελεσματικότητα του ίδιου στην παροχή φροντίδας. Από την άλλη πλευρά, το μωρό σε ένα φαντασιωτικό επίπεδο θα είναι εκείνο που θα είναι η συνέχειά του, θα εκπληρώσει τις φιλοδοξίες του πατέρα και θα ενισχύσει την αντρική του ταυτότητα διώχνοντας οποιαδήποτε αμφιβολία και ανασφάλεια. Όπως αναφέρει και ο Freud για την επιθυμία γέννησης ενός αγοριού: «οι άντρες θέλουν να εξασφαλίσουν τον μοναδικό δρόμο για την αθανασία».
Η γέννηση ενός μωρού μπορεί επίσης να σημαίνει και την επιθυμία επίλυσης των οιδιπόδειων συγκρούσεων με τον πατρικό πατέρα. Μέσα από το βίωμα της πατρότητας, ο νέος πατέρας συναντά ξανά τον δικό του σε μια ισότιμη βάση επιλύοντας τα συναισθήματα ανταγωνισμού και εχθρότητας που επαναβιώνονται. Οι παλιές συγκρούσεις γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας σε ενήλικη πλέον βάση και επιλύονται. Ο νέος πατέρας, λοιπόν, έχει την ανάγκη να «απευθυνθεί» στον δικό του πατέρα για να συναντηθεί με τον γονεϊκό του ρόλο.
Η λύση λοιπόν, των οιδιπόδειων συγκρούσεων για τον πατέρα, εξαρτάται από την ανεξαρτητοποίησή του από τους γονείς του και τη συνάντησή του με την πατρότητα σε μια ενήλικη βάση. Ο νέος πατέρας είναι πιθανό είτε να εγκλωβιστεί σε περιχαρακωμένες συμπεριφορές και σχήματα από την προσωπική του ιστορία και τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες είτε να προσεγγίσει τον νέο του ρόλο με αγάπη και κατανόηση τόσο απέναντι στη μητέρα όσο και στο μωρό. Όταν αναγνωρίσει τα συναισθήματά του, είναι σε θέση να αναπτύξει ενσυναίσθηση και να επενδύσει στη σχέση του με τη γυναίκα-μητέρα και το μωρό.
Η παραδοσιακή αντίληψη για τον ρόλο του πατέρα ήταν αυτός του πατέρα-θεατή καθώς η μητέρα είχε την αποκλειστικότητα στη σχέση αυτή κρατώντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι ρόλοι αυτοί υπαγορεύονταν από τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες καθώς η μητέρα ήταν εκείνη που παρέμενε στο σπίτι ενώ ο πατέρας εργαζόταν εκτός σπιτιού για πολλές ώρες. Στον «πατέρα» του παρελθόντος υπήρχε επιθυμία φροντίδας, η οποία όμως δεν του επιτρεπόταν να εκδηλωθεί. Στη σύγχρονη εποχή, οι ρόλοι αυτοί έχουν ανατραπεί και ο πατέρας καλείται να πάρει τη θέση που του αναλογεί στην ανατροφή των παιδιών. Πρέπει να εγκαταλείψει τον ρόλο του θεατή και να «συνεργαστεί» με τη μητέρα.
Πολλές σύγχρονες έρευνες συμφωνούν ότι ο ρόλος του πατέρα είναι διαφορετικός από αυτόν της μητέρας αλλά εξίσου σημαντικός καθώς λειτουργεί συμπληρωματικά. Σύμφωνα με τον Lacan, δεν αρκεί να αναγνωριστεί ο πατέρας μόνο ως φυσικός γεννήτορας. Η ίδια η μητέρα πρέπει να αναγνωρίσει τον λόγο του πατέρα ως φορέα του «Νόμου» και να το μεταφέρει μέσα από τα ίδια της τα λόγια στο παιδί . Αν δεν αναγνωριστεί από τη μητέρα αυτή η θέση, ο πατέρας δεν μπορεί να αναλάβει τον ρόλο του. Οι μητέρες έχουν τον ρόλο του «φρουρού των πυλών» και είναι εκείνες που έχουν τη δύναμη να ενισχύσουν ή να καταστρέψουν τον δεσμό πατέρα- βρέφους. Ο άντρας λοιπόν γίνεται πατέρας μόνο όταν η γυναίκα του αναθέσει αυτόν τον ρόλο.
Ο πατέρας μέσα από τον δεσμό που θα διαμορφώσει με το βρέφος, θα βοηθήσει μεταγενέστερα στη ρύθμιση των συναισθημάτων του παιδιού όπως της χαράς, του θυμού αλλά και της σεξουαλικής του αφύπνισης. Βοηθά το βρέφος μέσα από το μεταξύ τους σωματικό παιχνίδι και τη σωματική διέγερση να εξοικειώνεται και να αλληλεπιδρά με άγνωστα πρόσωπα του περιβάλλοντός του εκδηλώνοντας μεγαλύτερη ικανοποίηση. Η φροντίδα και η στοργή που προσφέρει ο πατέρας στο βρέφος διαμορφώνει ένα αίσθημα ασφάλειας που βιώνει το ίδιο και το ωθεί προς τη μετέπειτα σταδιακή αυτονόμησή του από τη μητέρα. Σύμφωνα με τον Craig (2006), τα μωρά που δέχτηκαν φροντίδα από τον πατέρα νιώθουν πιο ασφαλή να εξερευνήσουν το περιβάλλον τους διαμορφώνοντας αργότερα καλύτερες κοινωνικές σχέσεις.
Το μωρό αλληλεπιδρώντας με τον πατέρα, συνειδητοποιεί ότι υπάρχει και κάποιος «Άλλος» εκτός από τη μητέρα που το φροντίζει και αποτελεί τον σύνδεσμό του με τον έξω κόσμο. Μαθαίνει να επικοινωνεί με αυτόν τον «Άλλο», να παίζει και να επηρεάζει τη συμπεριφορά του. Ο πατέρας αποτελεί τον «συμπαίκτη» του στο παιχνίδι βοηθώντας το να γνωρίσει τα όρια του και να ασκήσει έλεγχο στο περιβάλλον του. Επίσης, τίθενται οι βάσεις για τη διαμόρφωση θετικών οικογενειακών αλληλεπιδράσεων και για την ενίσχυση του δεσμού πατέρα-παιδιού. (Παναγιωτίδου-Πράπα, 2006).
Από την άλλη, ο πατέρας μέσα από τον δεσμό που δημιουργεί με το βρέφος και την ενεργή συμμετοχή στην ανατροφή του αναβιώνει τη δική του παιδική ηλικία με ένα πιο ευχαριστιακό τρόπο. Η ενεργής εμπλοκή του στην ανατροφή του βρέφους θα ενισχύσει την ταυτότητά του μέσα στο τρίγωνο μητέρα-βρέφος-πατέρας χωρίς αυτό να σημαίνει όμως ότι δε θα υπάρξουν στιγμές που θα νιώθει αποκλεισμένος. Μέσα από την αλληλεπίδρασή του με το βρέφος μαθαίνει τον ρόλο του, τροποποιεί και προσαρμόζει τη συμπεριφορά του για να μπορέσει να φροντίσει το μωρό.
Είναι, λοιπόν, σημαντική η εμπλοκή του μελλοντικού πατέρα ήδη από την περίοδο της εγκυμοσύνης με τη συμμετοχή του στις προγεννητικές εξετάσεις και στην εκπαίδευση της ζευγαριού για τον τοκετό. Σημαντική είναι η παρουσία του και κατά τη διάρκεια του τοκετού δίπλα στη μελλοντική μητέρα να υποστηρίζει και να συμπαραστέκεται. Η ενεργής αυτή συμμετοχή διατηρεί τον δεσμό του πατέρα με τη σύντροφό του αλλά ενισχύει και τη δική του γονεϊκή ταυτότητα.
Ο πατέρας καλείται μέσα στη συζυγική σχέση να φροντίζει τη μητέρα-σύντροφο και τη μεταξύ τους σχέση για να μπορέσει η ίδια να φροντίζει το μωρό. Η παρουσία του είναι σημαντική καθ’όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού αλλά και μετά τη γέννηση του μωρού καθώς καλείται να ανταποκριθεί στις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες της μητέρας για συμπαράσταση και στήριξη.
Επιμέλεια άρθρου:
Φρόσω Φωτεινάκη
Συμβουλευτική Ψυχολόγος & Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια
Συγγραφή άρθρου:
Άννα Πανοπούλου
Ψυχολόγος και Ψυχοθεραπεύτρια Συστημικής και Υπαρξιακής Κατεύθυνσης
Βιβλιογραφία
- Craig, L., (2006). Does father care mean fathers share? A comparison of how mothers and fathers in intact families spend time with children, Gender Society,20(2), 259-281
- Κραμέρ, Μ. (1992). Επάγγελμα μωρό. Αθήνα: Καστανιώτης.
- Λακάν. Ζ. (2013). Τα ονόματα του πατρός. Αθήνα: Ψυχογιός.
- Παναγιωτίδου-Πράπα, A. (2000). Το βιβλίο της μητρότητας, Αθήνα: Μίνωας.