Ακούμε συχνά για τη δυσκολία των ατόμων να θέσουν όρια στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Αυτό συμβαίνει γιατί αναγνωρίζουμε τα όρια ως μια μορφή επιθετικής στάσης και όχι ως έναν υγιή τρόπο να συσχετιζόμαστε με τους ανθρώπους. Υποθέτουμε ότι τα όρια θα απειλήσουν τη σύνδεση μας με τον άλλον, ενώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, η έλλειψη τους να θέτει σε κίνδυνο τη σχέση επειδή έχει θέσει πρώτα σε κίνδυνο τον προσωπικό μας χώρο. Μπορούμε επομένως να πούμε ότι τα όρια είναι αυτοφροντίδα, τόσο στη σχέση με τον εαυτό μας, όσο και στις σχέσεις μας με τους άλλους.
Η λέξη «όριο» στη γεωγραφία και την πολιτική χρησιμοποιείται για να εκφράσει τη γραμμή που διαχωρίζει τα εδάφη κάθε γειτονικού κράτους προστατεύοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Κατά παρόμοιο τρόπο όταν κάνουμε λόγο για «όρια» στις σχέσεις, υποδηλώνουμε αυτές τις νοητές γραμμές που προστατεύουν τον εαυτό και τα θέλω μας, που διαχωρίζουν που τελειώνει το ένα άτομο και που αρχίζει το άλλο (Eddins, 2016). Έτσι λοιπόν καταλαβαίνουμε ότι τα προσωπικά μας όρια δημιουργούν ένα ζωτικό χώρο να υπάρξουμε σε κάθε αλληλεπίδραση με σεβασμό. Ποια είναι όμως τα είδη των ορίων που έχουμε ανάγκη; α) Τα σωματικά όρια, από το δικαίωμα να αποφύγω μια χειραψία που δεν θέλω, μέχρι και τη φυσική μου ανάγκη για ξεκούραση. β) Τα σεξουαλικά όρια, όπως το δικαίωμα της συναίνεσης σε μια ερωτική επαφή. γ) Τα συναισθηματικά όρια, όπως το δικαίωμα να διαχωρίζω το συναίσθημα μου από το συναίσθημα του άλλου. δ) Τα οικονομικά όρια, όπως το δικαίωμα να διαθέτω τα υλικά αγαθά και τα εισοδήματά μου όπως επιθυμώ. ε) Τα χρονικά όρια, όπως το δικαίωμα να με προστατεύω από το να σπαταλώ το χρόνο μου για τους άλλους. στ) Τα πνευματικά όρια, όπως το δικαίωμα να εκφράσω τις σκέψεις και τα πιστεύω μου χωρίς φόβο.
Τι γίνεται όμως όταν διστάζουμε να επικοινωνήσουμε τα όρια μας στις σχέσεις; Καταλήγουμε να διαπραγματευτούμε εκ των υστέρων όχι μόνο για το όριο που κάποιος καταπάτησε, αλλά και για τη συσσωρευμένη δυσαρέσκειά μας σε σχέση με την παραβίαση. Όταν δεν κάνουμε αισθητές τις κόκκινες γραμμές μας, τότε είναι εξαιρετικά εύκολο ο άλλος να τις ξεπεράσει και να νιώσουμε θυμό. Αυτός ο θυμός όμως δεν αφορά μόνο τον άλλον που εισέβαλε στη δική μας περιοχή, αφορά πρωτίστως εμάς που δεν ξέρουμε πώς να διαφυλάξουμε τις ανάγκες μας.
Αυτό το δικαίωμα να θέτουμε όρια το μαθαίνουμε στην ψυχοθεραπεία, καθώς συνιστά ένα ταξίδι που μας φέρνει σε επαφή με την εσωτερική μας ζωή και μας καλεί να εκφράσουμε τον πολύτιμο εαυτό και τα δικαιώματά του. Αυτό είναι ακόμα πιο χρήσιμο αν προερχόμαστε από μια οικογένεια που τα μέλη δυσκολεύονται να πουν όχι, είτε στους σημαντικούς άλλους είτε και σε τρίτους, ενώ την ίδια στιγμή λένε με μεγάλη ευκολία όχι στις δικές τους επιθυμίες. Θα λέγαμε λοιπόν ότι τα όρια είναι ένας μηχανισμός προστασίας ώστε να βάλουμε φρένο σε ό,τι μας κάνει να δυσφορούμε. Εξάλλου και το «όχι» και το «δεν θέλω» είναι απαντήσεις που πρέπει να είναι αποδεκτές. Αλλιώς μπαίνουμε σε ένα ατέρμονο κυνήγι να ευχαριστήσουμε τους άλλους κάνοντας τα δικά τους θέλω προτεραιότητά, φαινόμενο που ονομάζουμε «people pleasing». Αν μάλιστα έχουμε μάθει να παλεύουμε για την αποδοχή των άλλων -όπως παλεύαμε στα πρώτα χρόνια της ζωής μας για την αποδοχή του μητρικού βλέμματος-, τότε είναι εύκολο να μην βάλουμε όρια από φόβο να μη μας απορρίψουν. Συχνά αυτό συμβαίνει και στις σχέσεις συνεξάρτησης, όπου καθένας στηρίζεται στον άλλον συναισθηματικά και νιώθει ότι είναι προτιμότερο να καταπιεστεί παρά να εκφράσει την ενόχλησή του, ώστε να μην χάσει αυτό που κερδίζει από τη σχέση.
Το πρώτο βήμα για να θέσω τα όρια μου είναι να τα δημιουργήσω. Μια καλή αρχή είναι να σκεφτώ πόσο ασφαλής αισθάνομαι μέσα στις σχέσεις μου, που κάνω πίσω ενώ δεν θέλω, σε ποιες καταστάσεις νιώθω ότι ο άλλος δεν με λαμβάνει υπόψη του και καταλήγω να θυμώνω. Αφού λοιπόν κατανοήσω ποια είναι τα όρια που έχω ανάγκη στις σχέσεις μου, το δεύτερο βήμα είναι να τα επικοινωνήσω. Είναι σημαντικό να επικοινωνούμε ξεκάθαρα τα όρια μας χωρίς να υποθέτουμε ότι ο άλλος πρέπει να τα κατανοήσει μέσα από τη στάση μας. Να διαχωρίσουμε επίσης ότι να είμαι ξεκάθαρος δεν σημαίνει να εκφράζω την αλήθεια μου με αγένεια ή επιθετικότητα, καθώς ο απώτερος σκοπός μου είναι να με προστατέψω και όχι να συγκρουστώ.
Και τι γίνεται αν η προσπάθειά μας να θέσουμε όρια προκαλέσει αντίδραση; Αν κάποιος αμφισβητήσει τη νέα εκδοχή του εαυτού μας που δεν διστάζει να λέει όχι και να γίνεται δυσάρεστη; Αυτό που οφείλουμε είναι να παραμείνουμε συνεπείς στη θέση μας και με επιμονή να υπενθυμίσουμε το όριο μας στον άλλον όσες φορές κι αν χρειαστεί. Ας μην φοβηθούμε επομένως τη δύναμη που έχουν τα υγιή όρια να δημιουργήσουν ισορροπία στις σχέσεις και τη ζωή μας. Ίσως είναι αυτά το κλειδί να συνυπάρχουμε διατηρώντας την ελευθερία μας.
Συγγραφή άρθρου:
Ιωάννα Ντάκου
Ψυχολόγος – Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια, MSc
Επιμέλεια άρθρου:
Φρόσω Φωτεινάκη
Συμβουλευτική Ψυχολόγος & Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια